Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2016

Οι Νονοί, τότε και… τώρα

Πρόσφατα, έτυχε να (ξανά) δω την ιστορική, για το παγκόσμιο σινεμά, τριλογία του «Νονού», του Φράνσις Φορντ Κόπολα («The Godfather», 1972, 1974, 1990). Κι έχω να σημειώσω τα εξής, πριν οδηγηθώ… αλλού:
*Δέος για τον αυθεντικότερο και πρώτο «Νονό», Μάρλον Μπράντο, ως Δον Κορλεόνε, με το παραζαρωμένο μέτωπο, τον απολύτως πετυχημένο προγναθισμό και την πράα, βαθειά, βραχνή και συνάμα πλέον μαφιόζικη φωνή.
*Σεβασμός για το διάδοχο και συνεχιστή μέχρι… τα γεράματα, Αλ Πατσίνο, που απογείωσε πραγματικά και τις τρεις ταινίες.
*Άπειρα «respect», επίσης, στο νεαρό Βίτο Κορλεόνε -εν είδει πρίκουελ- τον οποίο υποδύεται ο Ρόμπερτο Ντενίρο στη δεύτερη ταινία, πριν αναλάβει λίγο αργότερα το ρόλου του διασημότερου «Ταξιτζή» ever, σε άλλο μετερίζι (για την ταινιάρα του Μ. Σκορσέζε το 1979 ο λόγος).
*Πάμπολλα «credits» ακόμα και στο μεταγενέστερο, φαινομενικά, νονό, τη φιγούρα του ανιψιού Βίνσεντ, ήτοι τον -αντιπαθή σε άλλα φιλμ- Άντυ Γκαρσία, στο κλείσιμο της «σειράς» το 1990.
*Πριν από όλους, δέος για το δημιουργό Φ. Φ. Κόπολα, που έφερε υπερ-επιτυχώς στη μεγάλη οθόνη τη γραφή του Μάριο Πούζο (πραγματικά σε αφήνει τρομερά αδιάφορο το να γνωρίσεις το πρωτότυπο έντυπο έργο, μετά τη γεμάτη οπτικοακουστική εμπειρία, με τα τόσα «αστέρια», αλλά και τις τόσες απροκάλυπτες αλήθειες και μηνύματα εν… κινήσει, ζωντανά). Και όλα αυτά πριν, αλλά και μετά από την πολεμική και… αντιπολεμική «Αποκάλυψη τώρα» (1979) του πρώτου, μια ταινία, που, επίσης, απογείωσε το σκηνοθέτη/δημιουργό Κόπολα…
Αυτά είναι τα «καλά», επανερχόμενοι στο «Νονό» και κάποια μόνο, βασικά, από τα συμπεράσματα, που προκύπτουν από το κοίταγμα ενός «έργου τέχνης» και την τελική ερμηνεία των περιλαμβανόμενων προσώπων στον «πίνακα», αλλά και πίσω από αυτόν. Πολύ πιο σαφή και πολύ πιο εύκολα, ωστόσο.
Αναφορικά με το κόνσεπτ, ο Νονός, ο άτυπος αρχηγός της Μαφίας, αλλά και κυριολεκτικά «νονός», έχει σπείρει βαφτισιμιούς στο πλαίσιο δημοσίων σχέσεων, σύμπτυξης «φιλιών» -με έναν, κάποιο, κώδικα ηθικής- και ταυτόχρονα στη σφαίρα ελαχιστοποίησης των εποφθαλμιούντων εχθρών. Όλοι του φιλούν το χέρι. Όλοι του χρωστούν κάτι, ή επιθυμούν να του χρωστούν, αφού του ζητούν χάρες. Όλοι τον σέβονται ή έστω αυτό δείχνουν οι περισσότεροι. Ο ίδιος θεωρεί τα καζίνο και την μπίζνα που περιλαμβάνει πόρνες, πράγματα όχι τόσο «κακά» για τον εκφυλισμό μιας κοινωνίας, στον απόηχο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Απεχθάνεται, την ίδια στιγμή, τα ναρκωτικά, μη θέλοντας να γιγαντώσει κι άλλο την περιουσία του, εισχωρώντας σε άγνωστα, επικίνδυνα για τον ίδιο, «ανήθικα» χωράφια. Το νέο «must» της εποχής, όμως, επιτάσσει πρέζα και… επικερδή μαστούρα. Σημειωτέον, ότι η έως τώρα περιγραφή ταιριάζει περισσότερο στο γερο-Βίτο, αν και ο Μάικλ (Πατσίνο), εν συνεχεία, προσπάθησε να μην παρεκκλίνει των πατρικών του αρχών.
Γιατί όμως όλα αυτά; Δεν πρόκειται για αναχρονιστικό review, αναφορικά με την κινηματογραφική τριλογία. Απλώς η επανάληψη της εμπειρίας «Godfather», ή για την ακρίβεια η ενήλικη γνωριμία μου μαζί της, με γέμισε προβληματισμό. Για την ακρίβεια, μου ξύπνησε ξανά την αίσθηση πως έτσι λίγο-πολύ μπορούσε και μπορεί να λειτουργεί το πράγμα παγκοσμίως, υπογείως, πίσω από πόρτες, πίσω από καθωσπρεπισμούς και ηθικούς κώδικες, εύκολα παραβιαζόμενους στο βωμό της μαφίας και του «αγαστού» χρήματος. Μιας μαφίας, που υποθάλπει επίορκους πολιτικούς, δικαστές, ως και ανθρώπους του… Θεού, που πρώτοι όλοι τους, ωστόσο, την έχουν υποθάλψει, με τα ανάλογα ανταλλάγματα, φυσικά. Κοινώς, μια κοινωνία που ζέχνει και βρωμά από το κεφάλι...
Υπεραπλούστευση το παραπάνω συμπέρασμα ίσως, αλλά ξαναδείτε τους «Νονούς». Μη αισθανθείτε άσχημα που θα νιώσετε συμπάθεια για το Νονό, τους διαδόχους του και ίσως τα τσιράκια του, αφού η φράση πως ανάμεσα «στους τυφλούς βασιλεύει ο μονόφθαλμος», εδώ δε μοιάζει τόσο κακή (άλλωστε, στην τελική, πρόκειται για φιλμ). Αφήστε δε, που η προστασία της «Φαμίλιας» με κάθε τίμημα, ως το Α και το Ω σε αυτόν τον κόσμο, ικανοποιείται ως μότο. 
Όσο για τους ατέλειωτους «φιλιότσους» (σ.σ. φιλιότσος: βαφτισιμιός, πνευματικό παιδί κατά την κρητική διάλεχτο) και τους διάσπαρτους τριγύρω σαλτιμπάγκους, που μεταπολιτευτικά μαζί φύτρωναν εδώ και εκεί, εν Ελλάδι; Δε διστάζω να πω πως αποδεικνύονται ότι ενστερνίζονται εμμέσως, εκουσίως ή ακουσίως, την ομερτά και το υποτακτικό χειροφίλημα. Αν και στο χωριό μου το λέγανε και το λένε, ξερά και αθώα, «υποχρέωση». Κάτι δηλαδή φυσιολογικό, όχι απαραίτητα μεμπτό, ως κάτι που φυσιολογικά συνέβη προς... εξασφάλιση του μέλλοντος, ως κάτι που αξίζει να φθονείται από τους άτυχους και μη ευνοημένους, εκείνους που δε συνήψαν «περίεργες» φιλίες δηλαδή.
Την ίδια στιγμή, πολλοί από αυτούς ψάχνουν ευθύνες για την κατάσταση, στην οποία ενδεχομένως περιήλθαν, είτε σε τρίτους, σε ανύπαρκτους εχθρούς, είτε στον απέναντι που ασυζητητί και μαθηματικά είναι «ίδιος», αλλά με αντίθετο πολιτικό πρόσημο στο κούτελο (περί της επανεμφανιζόμενης, τον τελευταίο καιρό, θεωρίας των «δύο άκρων» το σχόλιο, με αφορμή το προσφυγικό). Τρελός… νονός τους βάφτισε όμως...
Το ζήτημα και το πλέον ανησυχητικό είναι τι γίνεται στην άλλη «κολυμπήθρα» και σε όσους νίπτουν τας χείρας τους, φοβούμενοι και κρατώντας αποστάσεις, ενώ την ίδια στιγμή πληρώνουν ακριβά οι ίδιοι το μάρμαρο, χωρίς η άχνα τους να τρομάζει κανέναν. Κάτι που δεν ισχύει μόνο για τα «του οίκου μας», αλλά διεθνώς και που τελικά ευνοεί έτσι τους κάθε μορφής «Νονούς» να αλωνίζουν, με τον πιο αθώο σε αυτήν τη γη να παραμένει ο ήρωας του Πούζο και του Κόπολα…

Ν.Π.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου